Η Λογοτεχνική μας Γωνιά
Περιπλανήθηκε άσκοπα στους πρωινούς δρόμους, με μάτι θολό από το ξενύχτι, κάτω από ένα μολυβή ουρανό που λύγιζε και χαμήλωνε από το βάρος των σύννεφων που του είχαν φορτωθεί. Άλλα τόσα είχαν σωρευτεί στην καρδιά του. Το σώμα του μούλιαζε μέσα στην πίκρα, το παράπονο νότιζε και σκέβρωνε τα κόκαλα του και το περπάτημα του γινόταν καμπουριαστό.